Η νόσος του Addison είναι μια σχετικά σπάνια νόσος, η οποία ωστόσο δυνητικά απειλεί τη ζωή των πασχόντων, αλλά μπορεί εύκολα να διαγνωστεί με τα σύγχρονα απεικονιστικά μέσα και η θεραπεία της είναι απλή.

Αιτιολογία

Η ατροφία του φλοιού λόγω αυτοάνοσης καταστροφής αποτελεί τη συχνότερη αιτία της νόσου (80%). Παλαιότερα το πιο κοινό αίτιο ήταν η φυματίωση. Αντιεπινεφριδιακά αντισώματα προκαλούν καταστροφή του φλοιού οδηγώντας στην χαρακτηριστική κλινική εικόνα της νόσου.

Η αιμορραγία των επινεφριδίων, στα πλαίσια διαταραχών πήξης, μπορεί να οδηγήσει σε επινεφριδιακή ανεπάρκεια.

Εκτός από την φυματίωση και η καντιτίαση μπορεί να αποτελέσει λοιμώδες αίτιο της νόσου.

Μεταστάσεις καρκινωμάτων στα επινεφρίδια από πνεύμονα, μαστό, νεφρά και το γαστρεντερικό, μπορεί να μειώσουν την λειτουργικότητα τους.

Κλινική Εικόνα

Η βιολογικές διαταραχές και η συμπτωματολογία της νόσου προέρχονται από την έλλειψη των ορμονών του φλοιού, δηλ. την κορτιζόλη, την αλδοστερόνη και τα επινεφριδιακά ανδρογόνα.

Η νόσος του Addison εκδηλώνεται με 4 κύρια συμπτώματα: τη μυική αδυναμία, τις γαστρεντερικές διαταραχές, την απώλεια βάρους και τη μελανοδερμία

Η μυικά αδυναμία, αποτελεί σταθερό εύρημα. είναι τόσο έντονη ώστε να αναγκάζει τον ασθενή να περιορίζει τη δραστηριότητα του και να αναζητά ανάπαυση.

Οι γαστρεντερικές διαταραχές περιλαμβάνουν  ανορεξία, δυσκοιλιότητα, εμέτους, ναυτία και κοιλιακά άλγη.

Τέλος, η μελανοδερμία αποτελεί το σημαντικότερο από πλευράς διάγνωσης σύμπτωμα, η οποία όταν δεν είναι έκδηλη δυσκολεύει τη διάγνωση.

Θεραπεία

Η θεραπεία συνίσταται στην χορήγηση θεραπείας υποκατάστασης με κορτιζόνη. Η θεραπεία συνεχίζεται εφ’ όρου ζωής. Η οξεία επινεφριδιακή ανεπάρκεια αποτελεί επείγον ιατρικό πρόβλημα.