Απολίνωση εσω σπερματικών φλεβών όρχεος – κιρσοκήλη

Αγαπητέ ασθενή :

Η κλινική εξέταση αποκάλυψε ότι έχετε κιρσοκήλη ( διάταση των φλεβών του όρχεος). Αυτή η διάταση προκαλεί βλάβες στον σύστοιχο όρχι και την επιδιδυμίδα και γι αυτό το λόγο απαιτείται χειρουργική διόρθωση. Πριν την επέμβαση ο γιατρός σας θα σας ενημερώσει για την αναγκαιότητα διενέργειά της και τον τρόπο που αυτή θα γίνει. Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να ενημερωθείτε για τους κινδύνους , τα αναμενόμενα αποτελέσματα καθώς επίσης και τις εναλλακτικές επιλογές σας.

Ορισμός – Παθοφυσιολογία

H κιρσοκήλη εμφανίζεται κυρίως αριστερά, εξαιτίας της ιδιαίτερης ανατομίας που παρουσιάζει η αριστερή σπερματική φλέβα και συγκεκριμένα λόγω της εκβολής της κάθετα στην αριστερή νεφρική φλέβα. Έτσι, όταν ο ασθενής είναι σε όρθια θέση , το αίμα από την νεφρική φλέβα μπορεί να μεταφερθεί στην σπερματική φλέβα, προκαλώντας συμφόρηση και διάταση. Επίσης, δυσλειτουργία των βαλβίδων που φυσιολογικά υπάρχουν στις φλέβες, προκαλούν διάταση του φλεβικού πλέγματος του όρχι. Σε κάποιες περιπτώσεις λόγω συνδέσεων των φλεβών και από τις δύο πλευρές, είναι δυνατόν να εμφανιστεί κιρσοκήλη άμφω. Πρέπει να σημειωθεί ότι η εμφάνιση μονόπλευρα κιρσοκήλης δεξιά χρήζει περαιτέρω απεικονιστικού ελέγχου, προκειμένου να αποκλειστεί η ύπαρξη παθολογίας στον οπισθοπεριτοναικού χώρο (οπισθοπεριτοναική ίνωση, μάζα), η οποία λόγω πίεσης δευτεροπαθώς προκαλεί την διάταση των φλεβών του όρχεος.

Πιθανές επιπλοκές από την ύπαρξη κιρσοκήλης

Εκτός από το γεγονός, ότι η διάταση των φλεβών μπορεί να γίνει ιδιαίτερα μεγάλη και εμφανής, σε σημαντικό ποσοστό οι ασθενείς παραπονούνται για πόνο, ο οποίος επιτείνεται κατά την παρατεταμένη ορθοστασία ή την κόπωση. Η συμφόρηση του αίματος προκαλεί άνοδο της θερμοκρασίας στους όρχεις, καθώς και μειωμένη παροχή οξυγόνου, λόγω κακής κυκλοφορίας, επηρεάζοντας σημαντικά την σπερματογένεση. Σε βάθος χρόνου το μέγεθος του όρχι μειώνεται και τελικά εμφανίζεται υπογονιμότης. Τα χαρακτηριστικά ευρήματα στο σπερμοδιάγραμμα ασθενών με κιρσοκήλη είναι η ολιγοσπερμία ( μειωμένος αριθμός σπερματοζωαρίων), η ασθενοσπερμία ( μειωμένη κινητικότητα σπερματοζωαρίων) και η τερατοσπερμία ( αύξηση του ποσοστού ανώμαλων μορφών).

Σε μελέτες ανδρών στον γενικό πληθυσμό, η συχνότητα της κιρσοκήλης είναι περίπου 15%. Ωστόσο, σε υπογόνιμους άντρες το ποσοστό ανέρχεται στο 25-30%. Παράλληλα έχει παρατηρηθεί, ότι ασθενείς με επηρεασμένο σπερμοδιάγραμμα, οι οποίοι έπασχαν από κιρσοκήλη και χειρουργήθηκαν, παρουσίασαν βελτίωση μέχρι και ομαλοποίηση του σπερμοδιαγράμματος σε ποσοστό έως και 70%.

Συνοψίζοντας, η ύπαρξη κιρσοκήλης δεν αποτελεί απόλυτη ένδειξη διόρθωσης της. Σχετικές ενδείξεις είναι :

  • η ύπαρξη συμπτωμάτων,
  • η ατροφία του όρχι και
  • το επηρεασμένο σπερμοδιάγραμμα, προκειμένου να εξαλειφθεί μια πιθανή αιτία υπογονιμότητας.

Χειρουργικές τεχνικές

  1. Εμβολισμός ( ανιούσα σκληροθεραπεία – Μέθοδος Tauber, κατιούσα σκληροθεραπεία – μέθοδος Seldiger)

Mε τοπική ή γενική αναισθησία μέσω μιας μικρής τομής στην περιοχή μεταξύ του οσχέου και της βουβωνικής χώρας αποκαλύπτεται μια διατεταμένη φλέβα. Σκιαγραφικό υγρό εγχύεται και σκιαγραφούνται με τη βοήθεια ακτινοσκόπησης οι διατεταμένες φλέβες. Στη συνέχεια εγχύεται η σκληρυντική ουσία η οποία καταστρέφει το δίκτυο. Με την ίδια περίπου τεχνική η έγχυση της σκληρυντικής ουσίας μπορεί να γίνει κατιόντος, μέσω καθετηριασμού της μηριαίας φλέβας και τοποθέτησης ενός οδηγού καθετήρα στη σπερματική φλέβα μέσω της νεφρικής. Οι μέθοδοι αυτοί είναι λιγότερο επεμβατικοί, χρησιμοποιούν όμως ακτινοβολία και έχουν σημαντικό ποσοστό αποτυχίας.

2.          Χειρουργική απολίνωση( Τεχνική Palomo, Ivanissevich, Marmar)

Με περιοχική( ραχιαία) ή γενική αναισθησία, μέσω μιας μικρής τομής συνήθως στο ύψος του έξω στομίου του βουβωνικού πόρου, αποκαλύπτεται το διατεταμένο δίκτυο και απολινώνονται οι φλέβες μία μία ξεχωριστά. Επίσης σε περίπτωση που υπάρχει και συνοδός βουβωνοκήλη αποκαθιστάται στον ίδιο χρόνο. Ο ασθενής μπορεί να εξέλθει του νοσοκομείου το ίδιο βράδυ, μόλις περάσει η επήρεια της αναισθησίας.

3.    Λαπαροσκοπική τεχνική

Η απολίνωση της σπερματικής φλέβας μπορεί να γίνει και λαπαροσκοπικά. Μέσω μιας μικρής τομής 1 εκ. εισάγεται η λαπαροσκοπική κάμερα, αφού πρώτα δημιουργηθεί πνευμοπεριτόναιο, με την εισαγωγή αέρα στην περιτοναική κοιλότητα. Η σπερματική φλέβα εντοπίζεται, πριν την είσοδό της στο βουβωνικό δακτύλιο και λόγω της μεγέθυνσης που προσφέρει η κάμερα, εύκολα παρασκευάζεται και απολινώνεται. Η βαρύτητα της επέμβασης θέτει ως επιλογή της λαπαροσκοπικής μεθόδου μόνο σε περιπτώσεις αμφοτερόπλευρης κιρσοκήλης.

Επιπλοκές

Όπως κάθε χειρουργική παρέμβαση, είναι δυνατόν να εμφανιστούν επιπλοκές κατά την προσπάθεια διόρθωσης της κιρσοκήλης:

  • ελαφρή πόνο ή οίδημα του οσχέου. Αυτό μπορεί να οφείλεται και σε επιδιδυμίτιδα, συνήθως όμως προκαλείται από την δημιουργία θρομβώσεως του φλεβικού δικτύου , λόγω της σκληροθεραπείας. Δεν απαιτείται κάποια ιδιαίτερη θεραπευτική παρέμβαση και αυτοιάται με την πάροδο ολίγων ημερών.
  • αντίδραση υπερευαισθησίας στο τοπικό αναισθητικό, το σκιαγραφικό υλικό ή την σκληρυντική ουσία. Ο ασθενή ςπαρουσιάζει κνησμό, ναυτία και δερματικό εξάνθημα. Συνήθως τα συμπτώματα υφίονται μόνα τους ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί μέχρι και αλλεργικό shock.
  • αιμορραγία
  • λοίμωξη- διαπύηση τραύματος
  • ατροφία όρχεος, λόγω μειωμένης αιματικής ροής
  • υδροκήλη

Στις περιπτώσεις της λαπαροσκοπικής τεχνικής, είναι δυνατόν να εμφανιστούν :

  • κάκωση γειτονικών οργάνων
  • υποδόριο εμφύσημα ( αέρας κάτω από το δέρμα )
  • πόνος λόγω του πνευμοπεριτοναίου κια ερεθισμό του πνευμονογαστρικού
  • υποτροπή κιρσοκήλης

Μετεγχειρητικές οδηγίες

Προκειμένου να δωθεί χρόνος στο τραύμα να επουλωθεί, συστήνεται αποφυγή σωματικής δραστηριότητας για 15 ημέρες. Σε περίπτωση εμμένοντα πυρετού, πόνου, οιδήματος της περιοχής του τραύματος απευθυνθείται στον θεράποντα ιατρό σας προκειμένου να εκτιμήσει την πιθανότητα μετεγχειρητικής επιπλοκής.

Αποτελέσματα 

Μέσα σε πάροδο 3 έως 12 μηνών θα ποκληθεί προοδευτική μείωση ή και εξαφάνιση των διατεταμένων φλεβών. Ο έλεγχος του σπερμοδιαγράμματος γίνεται μετά από 6 μήνες όπου ελέγχονται οι παράμετροι που ήταν επηρεασμένοι. Σε περίπτωση υποτροπής μία δεύτερη επέμβαση είναι εφικτή.